Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΡΑΠΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΔΟΥ
•
Η ιστορική εξέλιξη της
οργανωμένης κοινωνίας ξεκίνησε με την αποδοχή, από όλα τα μέλη της ομάδας, των
ηθών και των συνηθειών που ως τότε όλοι ακολουθούσαν. Τα ήθη και οι συνήθειες
αυτές θεωρούνται πλέον υποχρεωτικά για όλους και συγκροτούν το πρώτο δίκαιο.
•
Σε μια δεύτερη φάση, το
δίκαιο ταυτίζεται με τα έθιμα τους, δηλαδή κάποιους κανόνες οι οποίοι σχηματίζονται
έπειτα από μια μακρά, ομοιόμορφη και αδιάκοπη εφαρμογή, σε σημείο τέτοιο που να
δημιουργείται η πεποίθηση ότι η υπακοή σε αυτούς τους άγραφους κανόνες είναι
πλέον υποχρεωτική για όλα τα μέλη της κοινότητας. Έτσι, λοιπόν, γεννήθηκε το
εθιμικό δίκαιο, στο οποίο επίσης αναφερόμαστε και ως «άγραφο δίκαιο». Σε αυτή
την ιστορική περίοδο το εθιμικό Δίκαιο είναι αρκετά ισχυρό και επιβάλλεται από
όλα τα αρμόδια όργανα της κοινωνίας (διοικητικές αρχές ή δικαστήρια).
•
Στην τρίτη και τελική
φάση διαμόρφωσης του, το Δίκαιο αποτελείται πλέον από τους νόμους. Σε αντίθεση
με τους υπόλοιπους κανόνες που μέχρι εκείνη τη στιγμή συγκροτούσαν το Δίκαιο,
οι νόμοι θεσπίζονται από την πολιτική οργάνωση της κοινωνίας, την Πολιτεία,
και επιβάλλονται απ' αυτήν υποχρεωτικά.
•
Οι κανόνες που έχουν
οριστεί από τα αρμόδια όργανα της πολιτείας ως Δίκαιο και επιβάλλονται υποχρεωτικά,
συχνά ονομάζονται και θετικό ή θετό Δίκαιο, για να διαχωρίζονται από το
λεγόμενο Φυσικό Δίκαιο. Σε αυτό θεωρείται ότι εμπεριέχονται οι κανόνες που
επιβάλλουν οι παραδόσεις και οι θρη-σκείες σε ένα ομοιογενές κοινωνικό σύνολο.
Το Φυσικό Δίκαιο από ορισμένους θεωρείται ότι ταυτίζεται με την ιδέα της
Δικαιοσύνης.
•
Στη διάσταση αυτή
βασίζεται και η κριτική που πολλές φορές οι άνθρωποι ασκούν απέναντι στο Δίκαιο
που ισχύει και εφαρμόζεται σε μια Πολιτεία. Η κριτική αυτή γίνεται με βάση την
ιδέα της Δικαιοσύνης, καθώς ορισμένοι διαπιστώνουν αντίθεση των κανόνων
Δικαίου με τη Δικαιοσύνη. Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η προσωπική
άποψη για το δίκιο που έχει ένα πρόσωπο σε μια περίπτωση, ταυτίζεται
περισσότερο με την ιδέα της Δικαιοσύνης, παρά με τους κανόνες Δικαίου που τα
αρμόδια όργανα μιας Πολιτείας έχουν ορίσει.
Από την εποχή της
αρχαίας Ελλάδας, έχει γίνει ο διαχωρισμός της ιδέας της Δικαιοσύνης από το θετό
Δίκαιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η τραγωδία «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, όπου
η ηρωίδα επικαλείται το Φυσικό Δίκαιο εναντίον της διαταγής του Κρέοντα, που
στην περίπτωση μας έχει θέση θετικού Δικαίου, και ζητά να θάψει τον αδελφό της
Πολυνείκη.
Στη σύγχρονη εποχή μπορούμε να
επικαλεστούμε διάφορα παραδείγματα για να αποδείξουμε ότι το θετικό Δίκαιο
μπορεί να αντιτίθεται ισχυρά με την ιδέα της Δικαιοσύνης. Συγκεκριμένα, οι
φυλετικές και εθνικές διακρίσεις που προέβλεπαν οι «Νόμοι της Νυρεμβέργης» του
χιτλερικού καθεστώτος στη Γερμανία ή οι νόμοι στους οποίους ήταν βασισμένο το
καθεστώς του «απαρτχάιντ» στη Νότια Αφρική, αποτελούν χαρακτηριστικές
περιπτώσεις όπου το θετικό Δίκαιο δεν συμβαδίζει με την ιδέα της Δη
καιοσύνης.
Για να λειτουργήσει πετυχημένα η
κοινωνική συμβίωση θα πρέπει να υπάρχουν ορισμένες δεσμεύσεις που θα έχουν
αποδεχθεί όλα τα μέλη της κοινότητας, έτσι ώστε με τη χρήση των κανόνων αυτών
να βρίσκουν λύση τα προβλήματα που αναπόφευκτα προκύπτουν από την κοινή
συμβίωση. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι σε μια κοινωνία σίγουρα υπάρχουν
αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, γίνεται φανερό ότι, αν δεν υπάρχουν κανόνες
επίλυσης των προβλημάτων που προκύπτουν, τότε η κοινωνική συμβίωση δεν είναι
ομαλή και η κοινωνία δεν προστατεύει όλα της τα μέλη.
Πηγή: Νεοελληνική Γλώσσα Γ΄ Λυκείου (Εκδόσεις Λιβάνη, 2006)