Όπως είδαμε, κάθε έθνος έχει το δικό του πολιτισμό, τη δική του θέση στη διεθνή κοινότητα και τη δική του, μικρή ή μεγάλη, συμβολή στη εξέλιξη του πολιτισμού της ανθρωπότητας. Ο σεβασμός, λοιπόν, της ιδιαιτερότητάς του και του δικαιώματος για αυτόνομη κρατική υπόσταση είναι θεμελιώδης πολιτική αρχή και απαραίτητη προϋπόθεση για την ειρηνική συνύπαρξη και τη συνεργασία των λαών.
Το παράδοξο είναι οτι ο ίδιος ο εθνικισμός παραβιάζει αυτήν τη θεμελιώδη αρχή της πολιτικής ηθικής. Οι εύλογες και θεμιτές διαφορές που υπάρχουν και που θα υπάρχουν ανάμεσα στα έθνη, θεωρούνται casus belli (αιτίες πολέμου). Γι΄αυτό η αναζωπύρωση του εθνικισμού στην εποχή μας, είτε αυτός εκδηλώνεται ως προσήλωση σε υπαρκτό εθνικό κράτος είτε ως αγώνας για τη δημιουργία του, αποτελεί θανάσιμη απειλή για την ειρήνη. Αυτό εύκολα μπορούμε να το επιβεβαιώσουμε από τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην πρώην Γιουγκοσλαβία και στον ευρύτερο του βαλκανικού χώρο. Έθνη που για μισό αιώνα περίπου αποτελούσαν τμήματα ομοσπονδιακών κρατών διεκδίκησαν την ανεξατησία τους, επειχήρησαν να οροθετήσουν τα εδάφη τους και να συσπειρώσουν το φυλετικά ομοιογενή πληθυσμό τους. Σ΄αυτόν τους τον αγώνα ήρθαν αντιμέτωπα με άλλα έθνη, που αγωνίζονταν για τον ίδιο σκοπό.
Εκτός απ΄αυτή τη μορφή διεκδικήσεων, που θα μπορούσε να θεωρηθεί δικαιολογημένη και νόμιμη για έθνη που δεν έχουν κρατική υπόσταση,υπάρχει και ο εθνοκεντρισμός, η πίστη δηλαδή στην ανωτερότητα του εθνικού πολιτισμού από την οποία απορρέει για τους εθνοκεντριστές το χρέος να τον διαδώσουν, να τον επιβάλουν σε άλλες εθνικές ομάδες και, τελικά, να επεκτείνουν την κυριαρχία τους. Σ΄αυτήν την περίπτωση εύκολα μπορεί να βρεθούν οι αφορμές . ιστορικές, για παράδειγμα, διαφορές, αμφισβητούμενα εδάφη και απελευθέρωση αλύτρωτων τμημάτων του έθνους, είναι οι πιο συνηθισμένες. Επειδή, όμως, αυτά τα μεγαλοΐδεατικά εθνικιστικά οράματα στρέφονται κατευθείαν εναντίον της εθνικής ακεραιότητας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων άλλων εθνικών κρατών, γίνονται το έναυσμα για πολεμικές συγκρούσεις.
Και μπορεί μεν σε ορισμένες περιπτώσεις ο εθνικισμός να οδηγήσει σε εκπλήρωση δίκαιων εθνικών διεκδικήσεων, συχνά, όμως καταλήγει σε εθνική τραγωδία. Αυτό ισχύει, ασφαλώς, για τις περιπτώσεις εκείνες, που οι επεκτατικές εθνικιστικές επιδιώξεις παραβιάζουν και καταλύουν βίαια τη διεθνή νομιμότητα, τα απαράγραπτα ιστορικά δικαιώματα των λαών και τις ηθικές αρχές. Αυτές τις ολέθριες επιπτώσεις του εθνικισμού επισημαίνει πολύ εύστοχα ο φιλόσοφος Καρλ Πόπερ : « Όσο περισσότερο επιχειρούμε να επιστρέψουμε στην ηρωική φυλετική κοινωνία, τόσο περισσότερο κατρακυλάμε προς την Ιερά εξέταση, τις μυστικές αστυνομίες και τον γκαγκστερισμό με ρομαντική μάσκα ».
Προτού, όμως, φτάσει ο εθνικιστικός παροξυσμός στον πόλεμο, προηγείται συνήθως η ολοκληρωτική άλωση της πολιτικής ζωής από τους εθνικιστές. Αυτοί, προβάλλοντας με έμφαση υπαρκτούς ή ανύπαρκτους κινδύνους κατά του έθνους και καπηλευόμενοι την ιδέα της πατρίδας και τον αγνό πατριωτισμό των πολιτών, κατορθώνουν μερικές φορές να δημιουργήσουν ένα κλίμα φανατισμού και άγριων διαθέσεων. Οι διαθέσεις αυτές δε στρέφονται μόνο κατά των εχθρών του έθνους, αλλά και κατά των ομοεθνών που θα τολμήσουν να εκφράσουν διαφορετική άποψη. Όποιος διαφωνεί, χαρακτηρίζεται με ευκολία προδότης και διώκεται. Έτσι, ο εθνικισμός μπορεί να οδηγήσει στην κατάλυση των δημοκρατικών ελευθεριών, στην πολιτική βία και τον ολοκληρωτισμό.
Στην εποχή μας οι εστίες εθνικιστικών συγκρούσεων αναζωπυρώνονται σε ευρεία κλίμακα και με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Ο κίνδυνος, λοιπόν, μιας γενικευμένης πολεμικής σύρραξης γίνεται αμεσότερος. Κι αν αναλογιστούμε την καταστροφική δύναμη που διαθέτουν οι σύγχρονες πολεμικές μηχανές των εθνικών κρατών, εύκολα θα αντιληφθούμε και τις ολέθριες και ανεπανόρθωτες συνέπειες μιας πολεμικης αναμέρτησης στην εποχή μας. Είναι, συνεπώς, απόλυτη ανάγκη να εξευρεθούν από τη διεθνή κοινότητα τρόποι ειρηνικής διευθέτησης των εκκρεμών διαφορών ανάμεσα στα έθνη. Η ιστορία μάς έχει διδάξει πως, όπου και όποτε επιχειρήθηκε να δοθεί λύση με τα όπλα, η λύση αυτή ποτέ δεν ήταν ούτε καλύτερη ούτε μονιμότερη από τη λύση που βασίστηκε στη λογική, στη διαλλακτικότητα και τον αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ των εθνών.
Επιμέλεια: Ιωάννης Κανακούδης (Φιλόλογος)