Συνώνυμα
- δολοπλοκώ = μηχανορραφώ, δολοπλοκώ
- δηκτικός = οξύς, πειραχτικός
- διακυβεύονται = ρισκάρονται
- διεξοδικός = αναλυτικός, εκτενής
- δεσμώτης = αιχμάλωτος, φυλακισμένος
- δελεάζω =προσελκύω, γοητεύω, θέλγω, σαγηνεύω
- διαφοροποίηση = αλλαγή, μεταβολή
- διαπράττω = κάνω
- διενεργώ = διεξάγω, εκτελώ
- δίνω =
παραχωρώ, απονέμω
- διαβαίνω =
διέρχομαι, διασχίζω, περνώ
- δυσανασχέτηση = δυσφορία, οργή,
στενοχώρια
- διαπρεπής = διάσημος, ξακουστός, φημισμένος
- διαβόητος =
πασίγνωστος ξακουστός
- δικαιολογία
= πρόσχημα, πρόφαση
- διαφώτιση =
διασάφηση, διαλεύκανση, διευκρίνιση
- διευκολύνω =
βοηθώ, εξυπηρετώ
- διάλυση =
αποσύνθεση, εξάρθρωση, διασκορπισμός
- δυσβάσταχτος
= επαχθής
- διχοτομώ = κόβω, τέμνω